Η είδηση ήρθε Σάββατο βράδυ, αργά. Η φωνή της ελληνικής μουσικής παράδοσης είχε μόλις σιγήσει, τη νίκησε η Οξεία Μυελογενή Λευχαιμία στο Νοσοκομείο «Αμαλία Φλέμινγκ», όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν τα δελτία Τύπου. Η Δόμνα Σαμίου «πέταξε» στους ουρανούς. Αναχώρησε μέρες Σαρακοστής να πάει και να ψάλλει: «Τώρα ν' αγιά Σαρακοστή, τώρα ν' άγιες ημέρες, που λειτουργούν οι εκκλησιές και ψέλνουν οι παπάδες και λένε τ άγιος ο Θεός και τ άγιο Ευαγγέλιο». Η θλιβερή είδηση άρχισε να διαδίδεται αστραπιαία στους χώρους κοινωνικής δικτύωσης του διαδικτύου , προκαλεί έκπληξη στην αρχή και αποδοχή με μια δυσπιστία έως επιβεβαιωθεί. Κανείς μας δεν ήθελε να πιστέψει πως η κορυφαία του παραδοσιακού τραγουδιού, η γυναίκα που «έφαγε» τη ζωή της γυρνώντας απ άκρη σ άκρη την Ελλάδα για να καταγράψει και να τραγουδήσει τη μουσική μας παράδοση, δεν είναι πια στη ζωή. |
| ||
"Γι αυτή την Ελλάδα κλαίω... γι αυτά τα πλούτη που μας στερούν τη φυσική τους παρουσία. "έγραψα ως σχόλιο στον τοίχο μου στο facebook καθώς πληροφορήθηκα την εκδημία από της Δόμνας Σαμίου. Της γυναίκας σύμβολο της ελληνικής μουσικής παράδοσης. Η Δόμνα Σαμίου "έφυγε" στα ογδόντα τέσσερα της χρόνιας , θα λείψει από τούτο τον κόσμο ως παρουσία φυσική, μα θα παρίσταται περίφημα μέσα από το τεράστιο μουσικό έργο που μας κληροδοτεί. Τούτα τα χρόνια που η κοινωνία των Ελλήνων ασφυκτιά και αποστρέφεται πρόσωπα του δημόσιου βίου , για τη Δόμνα Σαμίου υποκλίνεται και ταράζεται απ το φευγιό της. Αυτό φάνηκε από τις πρώτες ώρες που άρχισε να γνωστοποιείται πως η κορυφαία της ελληνικής μουσικής παράδοσης δεν είναι ανάμεσά μας. «Η Δόμνα Σαμίου γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1928 στην Καισαριανή της Αθήνας. Οι γονείς της ήταν μικρασιάτες πρόσφυγες από το Μπαϊντίρι, χωριό της περιοχής της Σμύρνης. H μητέρα της ήρθε στην Ελλάδα το 1922, ο πατέρας της, αιχμάλωτος στρατιώτης, λίγο αργότερα, με την Ανταλλαγή. Έζησε τα παιδικά της χρόνια μέσα στις απάνθρωπες αλλά παράλληλα πολύ ανθρώπινες και αλληλέγγυες συνθήκες της προσφυγιάς, κι εκεί απέκτησε τα λαϊκά ερείσματα της προσωπικότητάς της και την ατόφια συμμετοχικότητά της. Στο περιβάλλον αυτό είχε τα πρώτα μουσικά της ακούσματα απ τα οποία και πήγασε η αγάπη της για την παραδοσιακή μουσική. Σε ηλικία 13 ετών η Δόμνα Σαμίου έχει την πρώτη διδακτική επαφή με τη βυζαντινή και τη δημοτική μουσική αλλά και με τη λογική της επιτόπιας έρευνας, μαθητεύοντας κοντά στο Σίμωνα Καρά, στο «Σύλλογο προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής», ενώ παράλληλα, φοιτά στο νυχτερινό Γυμνάσιο. Ως μέλος της χορωδίας του Σίμωνα Καρά αρχίζει η σχέση της και με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας/Ε.Ι.Ρ όπου αργότερα, το 1954, προσλαμβάνεται στο Τμήμα Εθνικής Μουσικής. Από τη θέση αυτή γνωρίζει τους σημαντικότερους λαϊκούς μουσικούς, οι οποίοι την εποχή εκείνη της εσωτερικής μετανάστευσης συρρέουν στην Αθήνα απ όλες τις περιοχές της Ελλάδας, και τους οποίους το ΤΕΜ ηχογραφεί για τις εκπομπές του. Έτσι η Δόμνα εξοικειώνεται με όλα τα τοπικά μουσικά ιδιώματα. Παράλληλα κάνει μουσική επιμέλεια σε εκδόσεις δίσκων, θεατρικές εκπομπές, κινηματογραφικές ταινίες. Το 1963 αρχίζει τα ταξίδια της στην επαρχία για επιτόπιες καταγραφές και συγκέντρωση μουσικού υλικού για το προσωπικό της αρχείο με δικά της μηχανήματα. Το 1981 ιδρύεται ο Καλλιτεχνικός Σύλλογος Δημοτικής Μουσικής - Δόμνα Σαμίου, με σκοπό τη διάσωση και προβολή της παραδοσιακής μουσικής και κυρίως την έκδοση δίσκων και τη διοργάνωση εκδηλώσεων με αυστηρές επιστημονικές και ποιοτικές προδιαγραφές, μακριά από τις απαιτήσεις των εμπορικών εταιρειών». Το 2005 ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας την παρασημοφορεί με μετάλλιο και της αποδίδει την ύψιστη τιμή. Η Δόμνα Σαμίου τραγουδά την παράδοση, την ξενιτιά, τη φύση, τη θάλασσα, τον πόνο, τον έρωτα και τον καημό του, τα έθιμα του τόπου μας. «Κάλαντα, ευχές και παινέματα Χριστουγέννων», «Τα Αποκριάτικα» , « Ιστορικά - Κλέφτικα τραγούδια», «Ο κυρ Βοριάς και άλλα τραγούδια για παιδιά», «Η Δόμνα Σαμίου τραγουδά τη φύση και τον έρωτα», «Της φύσης και του έρωτα», «Η Ακολουθία του Νυμφίου», «Της Κυρα-Θάλασσας», «Τα Πασχαλιάτικα», «Κανελόριζα», «Τραγούδια της ξενιτιάς», «Μικρασιάτικα τραγούδια», είναι κάποιοι από τους τίτλους που συνθέτουν το δισκογραφικό έργο σε παραγωγή του Καλλιτεχνικού Συλλόγου Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου. «Το πονεμένο στήθος μου πονεί μα δεν το λέει τ' αχείλι μου κι αν τραγουδεί, μέσα η καρδιά μου κλαίει. Κλαίω κι από τα δάκρυα τη γη που στέκω βρέχω κι άνθρωπος δεν ευρέθηκε, να με ρωτήσει τι έχω. Σκίσε φωνή μου τα βουνά και πέρασε σαν άστρο και άμε και χαιρέτα μου τον κρίνο μου τον άσπρο. Ήλιε μου, στο βασιλεμό περίμενε λιγάκι να στείλω στην αγάπη μου ένα γαρυφαλάκι. Ήλιε μου, τι σου έκανα και πας να βασιλέψεις κι αφήνεις με στα σκοτεινά και πας αλλού να φέξεις. Παίρνει νοτιά, φέρνει νερό, παίρνει βοριάς χιονίζει μα σε το καμαρόφρυδο αντρόγυνα χωρίζει. Η αγάπη θέλει φρόνηση, θέλει ταπεινοσύνη θέλει λαγού περπατησιά κι αητού γρηγοροσύνη», την ακούμε να τραγουδά στο δίσκο ΚΑΝΕΛΟΡΙΖΑ.(«Το πονεμένο στήθος μου», Αργό συρτό καλαματιανό Ανατολικού Αιγαίου). Το έργο της ξεπερνά πια τα ελληνικά σύνορα. Εκδίδονται δίσκοι της στη Γαλλία και τη Σουηδία. Επί σαράντα περίπου χρόνια πραγματοποιεί σειρά συναυλιών από την Αυστραλία μέχρι τη Νότια Αμερική, που όχι μόνο συγκινούν τους Έλληνες της Διασποράς αλλά και αποκαλύπτουν στους ξένους μια ποιοτική «ελληνική μουσική δίχως μπουζούκι», όπως γράφτηκε σε κάποια κριτική συναυλίας της στη Σουηδία. Στο εσωτερικό της Ελλάδας οι εμφανίσεις της σε συναυλίες κάθε είδους και με κάθε αφορμή είναι αναρίθμητες καθώς και οι τιμητικές προσκλήσεις και τα αφιερώματα, όπως π.χ. η επετειακή παράσταση για τα 70 της χρόνια: «Η Δόμνα Σαμίου στο Μέγαρο Μουσικής: η γνωστή και άγνωστη Δόμνα», τον Οκτώβριο του 1998. «Nύχτα νύχτα ήταν που φιλιόμαστε, νύχτα και ποιος μας είδε μας εί- καλέ, μας είδε τ ά- τ άστρι και τ άστρι και η αυγή. Mας είδε τ άστρι και η αυγή, τ άστρι και το φεγγάρι τ άστρι περιχαμπήλωσε και το πε της θαλάσσης θάλασσα το πε του κουπιού και το κουπί του ναύτη κι ο ναύτης το τραγούδησε στου καραβιού την πλώρη. Kόκκιν αχείλι φίλησα κι έβαψε το δικό μου με το μαντήλι το συρα κι έβαψε το μαντήλι πέντε ποτάμια το πλυναν κι έβαψαν και τα πέντε βάψαν οι άκρες του γιαλού και οι μέσες του πελάγου περάσαν τα περάματα και βάψαν τα κουπιά τους περάσαν και οι μελαχρινές και βάψαν τα μαλλιά τους» τραγουδά στο ψηφιακό δίσκο «Της Κυρα-Θάλασσας» μια θαυμάσια ποιητική συλλογή όπου αποτυπώνει τις εκφάνσεις της ναυτικής μας παράδοσης, τις αρετές, τις αξίες και τη γοητεία της ναυτοσύνης. Για τις ποικίλες δραστηριότητές της συνεργάζεται με τους πιο καταξιωμένους Έλληνες και ξένους μουσικούς, μουσικολόγους, λαογράφους, εθνομουσικολόγους αλλά και διδάσκει, μυεί και αναδεικνύει πρωτόβγαλτους νέους καλλιτέχνες. Aπό το 1994 δίνει μαθήματα δημοτικού τραγουδιού για ενήλικες στο Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Οργάνων της Αθήνας. Πάμπολλες είναι επίσης οι πρωτοβουλίες της και έμπρακτη και ανιδιοτελής η προσφορά της σχετικά με τη βελτίωση της μουσικής εκπαίδευσης των παιδιών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, αίτημα παιδαγωγικά πρωταρχικό και επιτακτικό κατά την ίδια. Ελλάδα, άρωμα, μελωδία και χρώμα, μεθυστική παράδοση ο ήχος της φωνής της κυρά Δόμνας που ζωογονείται και θεμελιώνει το πέρασμά της από τούτη τη ζωή καταγράφοντας το παραδοσιακό τραγούδι. «Έρχομαι κι εσύ κοιμάσι μέσα στ' άσπρα γιασιμιά, ξύπνα που να ζεις κι να 'σι, φουντουτή μου λιμουνιά. Λιβισιανή μου πέρδικα στα δίχτυα σου μπερδεύτηκα. Tης καρτιάς μου τα κλειδάκια πάρι τα κι άνοιξι κι έχει μέσα γκιούλ μπαξέδους κι έμπα κι σιργιάνισι. Έλα κι μην τη βαριθείς τη στράτα να 'ρτεις να μι βρεις». λένε οι στίχοι της Πατινάδας από τη Μάκρη και το Λιβίσι της Μικράς Ασίας. Τραγουδιέται ακόμα και σήμερα (1984) σε αρραβώνες, γάμους, γλέντια. Παλιά το τραγουδούσαν οι τεχνίτες (μαραγκοί - χτίστες - γανωτζήδες) επιστρέφοντας πριν τα Χριστούγεννα σπίτια τους πάνω στ' άλογα ή και με τα πόδια από τα τούρκικα χωριά. Εκεί πήγαιναν να δουλέψουν αμέσως μετά το Πάσχα. Η Δόμνα Σαμίου το κατέγραψε στη Νέα Μάκρη Αττικής από το Νίκο Καραγεωργίου, το 1982. Περιλαμβάνεται στο LP «Μικρασιάτικα τραγούδια 1» (1984) και στο CD «Μικρασιάτικα τραγούδια» (1991). «Πόσες φορές το χω πει ως τώρα. Πρέπει ν αρχίσουμε απ το νηπιαγωγείο. Αφού δεν τα μαθαίνουνε πια στο σπίτι του, όπως γινότανε παλιότερα. Οι μεγάλοι πώς βρεθήκανε να ξέρουνε τραγούδια; Τα μάθανε από παιδάκια, απ το σπίτι τους. Απ το γλέντι το οικογενειακό, απ τη γειτόνισσα, παίρνει τ αυτάκι του, απ τη γιαγιά του που τον νανούριζε. Τώρα η γυναίκα δεν τραγουδάει πια. Βάζει το ραδιόφωνο κι ακούει τα κατασκευάσματα τα σημερινά. Έχει στάση παθητική. Χρόνο δεν έχει. Από τη στιγμή που το παιδί δε βρίσκει την ευκαιρία ν ακούσει πια τραγούδι, όπως άκουγα εγώ παιδάκι στη γειτονιά μου, ή τα παιδάκια τ άλλα που τ ακούγανε στα χωριά τους, δεν έχει την ευκαιρία να δει και να μιμηθεί, τουλάχιστο να το κάνει η πολιτεία. Με το μάθημα από το σχολείο, από το νηπιαγωγείο. Βέβαια αυτό προϋποθέτει την εκπαίδευση ειδικών δασκάλων, ειδικών νηπιαγωγών, που να μάθουν τα τραγoύδια αυτά, να τα μεταδώσουν. Όχι στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Εκεί είναι αργά. Αν είναι ας το κάνουμε και μόδα, τέλος πάντων. Πάντα με προσοχή όμως» είχε πει σε μια συνέντευξή της στο Σωτήρη Κακίση που δόθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1981 και δημοσιεύτηκε το Σάββατο 17 Οκτωβρίου 1981 στην εφημερίδα «Εγνατία». Αναδημοσιεύτηκε στο βιβλίο: Σωτήρης Κακίσης, «Αππία Οδός», Αθήνα, Εξάντας, 1982, σελ. 89-102. Με τα παραπάνω λόγια επισημαίνει τη σπουδαιότητα της διάδοσης της παραδοσιακής μουσικής μέσω των παιδιών, της ελπίδας και του μέλλοντος κάθε κοινωνίας. Το τελευταίο Αντίο στην Δόμνα Σαμίου, από τους φίλους της ειπώθηκε στο κοιμητήριο της Νέας Σμύρνης, την Τρίτη το απόγευμα. Ας ολοκληρώσουμε αυτό το ελάχιστο αφιέρωμα με το τραγούδι «Τίνος να πω τον πόνο μου» «Τίνος να πω τον πόνο μου να μην αναστενάξει, η πέτρα η αμίλητη κι εκείνη θε να κλάψει. Ο ήλιος εβασίλεψε κι η δύση ακόμα βράζει, χαρά σ' εκείνη την καρδιά που δεν ανεστενάζει. Ο ήλιος εβασίλεψε κι άρχισε να νυχτώνει κι αρχίσανε να με βαρούν τα βάσανα κι οι πόνοι. Έχεις δυο μάτια έμορφα που χαμηλά κοιτάνε κι όποιος γυρίσει και τα δει, στον Άδη τονε πάνε. Τα μάτια σ' φέρνουν συννεφιά, τα φρύδια σ' φέρνουν μπόρα, τ' αγγελικό σου το κορμί δεν το 'δα σ' άλλη χώρα.» (Αργό συρτό καλαματιανό Μυτιλήνης. Από το δίσκο "Κανελόριζα"). Καλό ταξίδι στη χώρα των Αγγέλων, κυρά της μελωδίας και της παράδοσης Δόμνα Σαμίου. Εμείς όλοι που σε αγαπήσαμε, στο άκουσμα της φωνής και των τραγουδιών σου θα μετριάζουμε τη λύπη μας για το φευγιό σου που ταιριάζει με τις θλιμμένες μέρες της Μεγάλης Σαρακοστής.
Μαριάνθη Βάμβουρα Γιάνναρου
vamvouramar@gmail.com
www.marianthiv.blogspot.com
_____________________________________________________________________________
|
Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012
Η Δόμνα Σαμίου "έφυγε" στα ογδόντα τέσσερα της χρόνιας
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου