"Όποιος Ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά" Ρήγας Φεραίος

Ως λαογραφία ορίζεται εκείνη η επιστήμη που ασχολείται με όλες τις εκφάνσεις του λαϊκού πολιτισμού. Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Επιμέλεια σελίδας: Πάνος Σ. Αϊβαλής, δημοσιογράφος, εφημερίδα "Αρκαδικό Βήμα"

AΡΚΑΔΙΚΟ ΒΗΜΑ

AΡΚΑΔΙΚΟ ΒΗΜΑ
.........................Η σελίδα της εφημερίδας "Αρκαδικό Βήμα"..................................

Λαογραφικά... με τον Πάνο Αϊβαλή // Επικοινωνία στο email: arkadikovima@gmail.com

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Το Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών είναι ένα από τα δεκατέσσερα Eρευνητικά Kέντρα της Ακαδημίας Αθηνών, στην οποία εντάχθηκε από την ίδρυσή της (1926). Ιδρύθηκε το 1918 από τον Νικόλαο Γ. Πολίτη ως Λαογραφικό Αρχείο, με αντικείμενο τη Λαογραφία δηλαδή «την περισυλλογήν πάσης της λαογραφικής ύλης και την δημοσίευσιν αυτής». Σήμερα αποτελεί το Eθνικό Kέντρο Tεκμηρίωσης του λαϊκού πολιτισμού με πλουσιότατο Αρχείο ανέκδοτου υλικού για όλες τις πτυχές του λαϊκού βίου και ειδική Βιβλιοθήκη.

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

Χριστουγεννιάτικα έθιμα από την Γορτυνία

    ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ   

   
Οι νοικοκυρές τις παραμονές των Χριστουγέννων καθαρίζουν τα σπίτια. Φτιάχνουν τα γλυκά, τους πατροπαράδοτους κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα.
Ζυμώνουν το Χριστόψωμο. 
Βάζουν το ζυμάρι στο ταψί, κάνουν έναν σταυρό στη μέση, το κεντούν γύρω γύρω, ρίχνουν το σουσάμι, βάζουν καρύδια στο κέντρο του σταυρού και στις άκρες και στα ενδιάμεσα μύγδαλα. Στη συνέχεια άμα φουσκώσει  το ψήνουν. Ετοιμάζουν την κότα για την καθιερωμένη Χριστουγεννιάτικη σούπα. Αν δεν έχουν κότα αγοράζουν κρέας.
Την παραμονή το πρωί τα παιδιά λένε τα κάλαντα. 
Χτυπούν την πόρτα και σαν αυτή  ανοίξει,  ρωτούν τα παιδιά, να τα πούμε; Αν πάρουν μια θετική απάντηση αρχίζουν.  Άν  πάρουν την απάντηση "τα είπαν άλλοι",  φεύγουν. Στα παιδιά που θα πούν τα κάλαντα οι οικοδεσπότες δίνουν χρήματα, γλυκίσματα, ........ η ότι άλλο έχουν. Τα παιδιά παίρνοντας τα χρήματα η τα γλυκίσματα εύχονται Χρόνια Πολλά.
Τη νύχτα ξημερώματα,  χτυπάει η καμπάνα και τρέχουν όλοι  στην εκκλησία "τον Χριστό να προσκυνήσουν".  Στο τέλος της λειτουργίας παίρνουν αντίδωρο όλοι από τον παπά. Φιλούν το χέρι του παπά και εύχονται Χρόνια Πολλά. Η λειτουργία στα χωριά  τελείωνε πολύ πρωί, ώρα έξι με έξι και μισή προκειμένου οι κτηνοτρόφοι να μπορέσουν να πάνε στα μαντριά τους.
Το μεσημέρι κάθονταν όλοι γύρω από το τραπέζι που έπαιρνε εορταστικό τόνο.   
Ο πατέρας ή ο παππούς έκοβε το χριστόψωμο και πάντοτε με την ευχή για χρόνια πολλά. Την υπόλοιπη μέρα (το απόγευμα) έκαναν τις επισκέψεις τους στους εορτάζοντες, η δέχονταν επισκέψεις αν κάποιο μέλος της οικογένειας γιόρταζε.
Την επόμενη των Χριστουγέννων συγκροτούνταν παρέες και έσφαζαν τα χοιρινά που σχεδόν όλα τα σπίτια διέθεταν για την συγκεκριμένη μέρα.
Η διαδικασία αυτή αποκτούσε χαρακτήρα πραγματικής γιορτής καθώς τις επόμενες μέρες μαζεύονταν στα σπίτια, έψηναν μέρος του χοιρινού (μεγάλες ποσότητες χρησιμοποιούσαν για παστό και πηχτή) και άνοιγαν τα βαγένια για να δοκιμάσουν το καινούργιο κρασί κερνώντας έτσι τους φίλους που βοήθησαν στο σφάξιμο.
__________________

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2015

Πραγματικότητα και φαντασία στα δημοτικά τραγούδια

ΑΡΘΡΟ 


Σε μια τόσο περιγραφική ποίηση όσο είναι η δημοτική, η πραγματικότητα σε όλες τις εκφάνσεις της είναι δεδομένο ότι κατέχει τον σημαντικότερο ρόλο. Και όταν μιλάμε για πραγματικότητα δεν εννοούμε την συμβολική, ή την ιμπρεσσιονιστική, ή την οποιαδήποτε άλλη, εννοούμε την «διά γυμνού οφθαλμού» ορατή, αυτή που συμβαίνει ή που μπορεί να συμβαίνει κάθε μέρα, μπροστά σε όλους.
Ο δημοτικός ποιητής μιλάει και τραγουδάει για αυτά που βλέπει: την φύση που τον περιβάλλει και τις εναλλαγές της, τα γεγονότα που συμβαίνουν, κοινωνικά, πολεμικά, θρησκευτικά και άλλα, τους ανθρώπους και τις σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ τους, τις ανάγκες τους. Παρατηρεί ό,τι τον περιβάλλει και διηγείται μια ιστορία, δίνοντας έμφαση σχεδόν αποκλειστικά στα γεγονότα. Από εκεί και πέρα, η συναισθηματική φόρτιση είναι το προϊόν που μπορεί ή όχι να προκύψει στο τέλος. Και επειδή αυτό που έχει πρωταρχική σημασία είναι τα συναισθήματα που θα βιώσει το κοινό, τα συναισθήματα του ήρωα περνάνε μοιραία στο περιθώριο. Δεν αγνοούνται όμως, καθόλου. Η ιδιαιτερότητα της δημοτικής ποίησης έγκειται στην ισορροπία που επιτυγχάνεται ανάμεσα στο ίδιο το τραγούδι ως λογοτεχνικό προϊόν, την ιστορία και την επίδρασή του και το κοινό του, τον αποδέκτη, δηλαδή, του μηνύματος. 
Τα συναισθήματα των ηρώων λοιπόν ακόμα και όταν δεν αναφέρονται ξεκάθαρα, δεν απαλείφονται, το αντίθετο μάλιστα: αποκαλύπτονται με έμμεσο τρόπο, μέσα από τις πράξεις που συντελούνται και που αφηγείται ο ποιητής. Τα κλέφτικα, τα ακριτικά (και δεν αναφέρομαι στα πλέον γνωστά όπως αυτά του Διγενή αλλά περισσότερο σε εκείνα που έχουν ακριτικούς ήρωες όπως ο Πορφύρης και ο Κωνσταντίνος), κάποιες παραλογές όπως «Του νεκρού αδερφού» και ιδιαίτερα τα μοιρολόγια, είναι καθρέφτες συγκινησιακής φόρτισης. Σε κανένα μοιρολόγι παρόλα αυτά δεν συναντάμε εκφράσεις του τύπου «πονάω», «υποφέρω», «είμαι δυστυχισμένος», αντίθετα έχουμε «πού βρίσκεσαι τώρα», «τί κάνεις εκεί που είσαι», «τί βλέπεις», «να έρθω να σε βρω να σου φέρω αυτό ή εκείνο», «θα μιλήσω στον Χάρο/στον Θεό/στον Αρχάγγελο», «θα φτιάξω γέφυρα να έρθω»[1]. Το συναίσθημα της απώλειας, καταλυτικό και βίαιο όσο λίγα, μετουσιώνεται σε πραγματικό, σχεδόν χειροπιαστό δεδομένο μέσω της πράξης. Ο άνθρωπος στα δημοτικά τραγούδια δεν μένει ακίνητος μπροστά στο θέαμα της όποιας πραγματικότητας αλλά παίρνει άμεσα θέση απέναντι του και το ερώτημα είναι πάντα το ίδιο: τι συνέβη, τι θα κάνουμε, πώς θα προχωρήσουμε από εδώ και πέρα ως μονάδα αλλά κυρίως ως κοινότητα. 
Η δημοτική ποίηση παράγει συγκίνηση όχι επειδή ξεδιπλώνει συναισθήματα στο ακροατήριο σαν μασημένη τροφή, αλλά επειδή εκθέτει τις συνθήκες και τις καταστάσεις εκείνες που τα παράγουν στο κάθε άτομο ξεχωριστά. Όταν το άτομο αναγνωρίζει τον εαυτό του σε μια ιστορία, τότε αισθάνεται ό,τι και ο ήρωας που τη βιώνει στο τραγούδι. Τα συναισθήματα λοιπόν προκαλούνται, κάθε φορά και από την αρχή, δεν προσφέρονται. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το γεγονός ότι στα δημοτικά τραγούδια στο σύνολό τους δεν υπάρχει μεμψιμοιρία: οι λέξεις είναι πράξεις, τόσο ο λαϊκός ποιητής όσο και το κοινό του ταυτίζονται μεν με το συγκινησιακό φορτίο αλλά το πραγματικό ζητούμενο είναι οι πράξεις που θα επακολουθήσουν. Από κάθε άποψη το δημοτικό τραγούδι είναι μια ποίηση της δράσης. 

Μάτια μου, σ’επεθύμησα θέλω να σ’ανταμώσω.
- Εσύ σαν μ’επεθύμησες, θέλεις να μ’ανταμώσεις,
μένα ο Χάρος με πουλάει, έβγα κι αγόρασέ με.
- Σαν τι γυρεύει, μάτια μου, να βγω να σ’αγοράσω;
- Γυρεύει χίλια φίρφιρα και δύο κασέλες μόσκο,
Τον ήλιο τον ατήρητο να του τον κατεβάσω.
- Τα φίρφιρα θα δανειστώ, το μόσκο θα ντον πάρω,
Τον ήλιο τον ατήρητο, πώς να ντον κατεβάσω;[2]

Καστρί Κυνουρίας. Λαογραφία Γ’, 490.6
Κρις Λιβανίου

[1] Παραφράζω εδώ, δεν πρόκειται για συγκεκριμένους στίχους, μόνο για παραδείγματα σε εννοιολογικό επίπεδο.
[2] Guy Saunier, Ελληνικά δημοτικά τραγούδια. Τα μοιρολόγια. εκδ. Νεφέλη, Αθήνα, 1999, σελ. 202.

__________________
http://stigmalogou.blogspot.gr/2015/11/blog-post_4.html

Τρίτη 7 Απριλίου 2015

ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ!!! ΚΕΝΤΡΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ


Το Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
της Ακαδημίας Αθηνών
σας εύχεται
Καλό Πάσχα!


Εθιμολογία του Πάσχα
http://www.kentrolaografias.gr/default.asp?V_DOC_ID=2460

Έκθεση για τα πασχαλινά έθιμα στο Σπίτι της Αγγελικής Χατζημιχάλη​http://www.kentrolaografias.gr/default.asp?V_DOC_ID=2734

Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
της Ακαδημίας Αθηνών
Ηπίτου 3, 10557 Αθήνα
Τηλ.: 210.3318042, 210.3318043, 210.3664751
Fax: 210.3313418, 210.3664735

Hellenic Folklore Research Centre
Academy of Athens
3, Ipitou St. – Athens 105 57, Greece
Tel.: +30 210.3318042, +30 210.3318043, +30 210.3664751
Fax: +30 210.3313418, +30 210.3664735

URL: http://www.academyofathens.gr http://www.kentrolaografias.gr
e-mail: keel@academyofathens.gr

Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

O Καραγκιόζης στην Επανάσταση του 1821

Συγγραφέας: Νίκος Μίχαλος
14/03/2015

Μπάρμπα-Γιώργος: Ανιψούδι, σε φώναξα εδώ στο βουνό γιατί διέταξε ο Κολοκοτρώνης να πάω με τη κλεφτουριά να πολεμήσω τους Τούρκους. Θέλεις να ’ρθεις και να βοηθήσεις;
Καραγκιόζης: Θέλω αλλά είμαι κοντός και θα με περνάει το καριοφίλι, άσε να φυλάω τα πρόβατα μην τα κλέψουν οι Αρβανίτες.
Μπάρμπα-Γιώργος: Μη σε νοιάζει για τα πρόβατα. Έχω άλλον να τα φυλάει. Έλα και ’σύ μαζί μας να βοηθήσεις ότι μπορείς. Εσύ είσαι πονηρός σαν διάολος. Κάτι θα κάνεις για την Πατρίδα.
Καραγκιόζης: Ρε, μπάρμπα θα ’χει φαί;
Μπάρμπα-Γιώργος: Θα’ χει ορέ και θα ’χει και λάφυρα απ’ τα σκοτωμένα σκυλιά, θα πάρουμε τα λεφτά τους και τα μετάξια τους. Καραγκιόζης: Άιντε να πάρω κι εγώ τίποτα πατούμενα Τούρκικα και το φέσι για ενθύμια απ’ το πρώτο Τούρκο που θα σκοτώσω.
(Την άλλη μέρα)
Κολοκοτρώνης: Ποιος είναι τούτος ο κοντός, ορέ, πρώτη φορά τόνε βλέπω.
Μπάρμπα-Γιώργος: Είναι το ανιψούδι μου καπετάνιε, είναι κοντός αλλά έχει μπόι στο μυαλό, θα στήσει παγίδες στον οχτρό και λέει και αστεία.
Κολοκοτρώνης: Φωνάξτε μωρέ τον Νικηταρά, να’ ρθεί εδώ να του τον δώσω για υπασπιστή του.
Νικηταράς: Όρισε καπετάνιο.
Κολοκοτρώνης: Πώς βλέπεις αυτό τον πιτσιρίκο για βοηθό σου;
Νικηταράς: Άμα τρέχει σαν ελάφι μου κάνει.
Καραγκιόζης: Μωρέ τρέχω με χίλια, μ’ έχει μάθει ο Βεληγκέκας απ’ το κυνηγητό που μου ’κανε.
Πλαπούτας: Τι συμβαίνει εδώ παλικάρια. Παίρνουμε και ανήλικα στη μάχη; Δεν κάνει μωρέ.
Καραγκιόζης: Ανήλικο είναι το μάτι σου καπετάνιε, με το συμπάθιο, εγώ είμαι το κάτι άλλο, έχω και μυστικά όπλα, τη σφεντόνα, τη τρικλοποδιά, το τεντωμένο σκοινί για τα άλογα και πάρτους κάτω τους παλιότουρκους.
Κολοκοτρώνης: Τότε μας κάνεις. Θα σε πάρουμε στο ορδί μαζί με τον μπάρμπα σου.
Καραγκιόζης: Καπετάν Θεοδωράκη, έχει τίποτα για φαί, έχω μία βδομάδα να φάω.
Κολοκοτρώνης: Δώστε του μωρέ να φάει και μια πιστόλα να κρατάει, γιατί το ντουφέκι του πέφτει μεγάλο και βαρύ.
Καραγκιόζης: Ευχαριστώ καπετάν Θεοδωράκη. Πού να στήσω καρτέρι; Στην Καρύταινα ή στο Λεοντάρι, κάστρο εδώ κάστρο και εκεί.
Κολοκοτρώνης: Όχι, ορέ θα ’ρθείς στα Τρίκορφα, θα μπεις μπροστά να τηράς τους οχτρούς και θα ντυθείς πρόβατο να τους ξεγελάς.
Καραγκιόζης: Όχι, πρόβατο, καπετάνιε θα με αρπάξει κανένας λύκος, θα ντυθώ καλόγερος με μαύρα να μη με βλέπουν τη νύχτα.
Νικηταράς: Άσ’ τον σε μένα καπετάνιε, θα τον έχω δίπλα μου και θα κάνουμε μεγάλη ζημιά στον Πασά της Τρίπολης.
Τρίπολη (Απελευθέρωση)
Πλαπούτας: Πατριώτες, σήμερα είμαστε ελεύθεροι κι αυτό το πετύχαμε γιατί βοήθησε ο Καραγκιόζης Καραγκιοζόπουλος, που ξεγέλαγε τους Τούρκους και ’μείς τους χτυπούσαμε από τα πλάγια, γι’ αυτό σήμερα θα τον τιμήσουμε. Θα γίνει αρχηγός των σαμποτέρ μαζί με τα παιδιά του τα Κολλητήρια. Μάθαμε και ’μείς οι παλαιοί τα μυστικά όπλα, τη σφεντόνα, τη τρικλοποδιά, τη φωτιά γύρω απ’ τους οχτρούς που άρπαζαν φωτιά τα μπατζάκια τους και τρέχανε, και ’σύ Μπάρμπα-Γιώργο να χαίρεσαι το ανιψούδι σου.
Καραγκιόζης: Μωρέ, όλα τα περίμενα αλλά τιμή τέτοια δεν τη περίμενα, τώρα θα πάμε για το Ναύπλιο αλλά χωρίς φαγούρα και καβγάδες, αλλιώς θα μας ρημάξουνε πάλι οι Τούρκοι. Ζήτω το Έθνος, ζήτω ο Κολοκοτρώνης και ζήτω η αφεντομουτσουνάρα μου.
Αγλαΐα: Τι έπαθες πάλι αντρούλη μου και παραμιλάς στον ύπνο σου και λες για κάποια νίκη, κάτι κοτρώνια και άλλα;

Καραγκιόζης: Όνειρο ήτανε Αγλαΐα, μακάρι νάτανε αληθινό αλλά που τέτοια τύχη. Τώρα πάλι στη παράγκα και πάλι μπάστακας ο Βεληγκέκας και πείνα, λόρδα κάθε μέρα… 

Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2015

Ο Ιανουάριος οφείλει την ονομασία του στον διπρόσωπο θεό των Ρωμαίων Ιανό (Janus)

Ιανουάριος

Γενάρης ο Κλαδευτής
Γενάρης ο Κλαδευτής
Ο Ιανουάριος οφείλει την ονομασία του στον διπρόσωπο θεό των Ρωμαίων Ιανό (Janus) που το ένα πρόσωπο του κοιτάει το παρελθόν και το άλλο το μέλλον, ήταν ο προστάτης της πόρτας του κάθε σπιτιού, θεός της κάθε αρχής και της έναρξης των πολεμικών επιχειρήσεων και των μεγάλων έργων.
Στο Βυζάντιο την 1η Ιανουαρίου άρχιζε η θητεία των υπάτων οι οποίοι έβγαιναν στους δρόμους και σκορπούσαν νομίσματα χρυσά και αργυρά. Μικρά νομίσματα όμως έδιναν και στα παιδιά που γύρναγαν στα σπίτια φίλων και συγγενών για να ευχηθούν. Έτσι γεννήθηκαν τα Κάλαντα.

Ο λαός μας έχει διάφορες ονομασίες για τον Ιανουάριο. Παρετυμολογικά λέγεται και Γενάρης και Γεννολοητής γιατί τότε γεννούν τα γιδοπρόβατα. Λέγεται και Γατόμηνας επειδή ζευγαρώνουν οι γάτες.
Τον αποκαλούν και Μεσοχείμωνο γιατί είναι μεσαίος από τους τρεις μήνες του χειμώνα. Στη Μάνη λέγεται και Κρυαρίτης γιατί κάνει τσουχτερό κρύο αλλά και Γελαστός για τις Αλκυονίδες μέρες του. Τώρα είναι η κατάλληλη εποχή για το κλάδεμα των δένδρων γι’ αυτό λέγεται και Κλαδευτής και όπως λέει η παροιμία “Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην γυρεύεις” γιατί τους υπόλοιπους μήνες ποτέ δεν κλαδεύουν με φεγγάρι, με πανσέληνο δηλαδή.
Και μιας και αναφέραμε το φεγγάρι πρέπει να πούμε ότι το μήνα αυτό λάμπει στον ουρανό: “Το φεγγάρι του Γενάρη παρά ώρα μέρα μοιάζει“.

Στο εκκλησιαστικό εορτολόγιο την 1η Ιανουαρίου εορτάζεται η μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου, του Αη -Βασίλη, που έρχεται από την Καισάρεια φορτωμένος δώρα. Η Βασιλόπιτα που σύμφωνα με την παράδοση καθιέρωσε πρώτος ο Μέγας Βασίλειος, κόβεται τελετουργικά και τα κομμάτια μοιράζονται. Τυχερός της χρονιάς είναι εκείνος που θα του πέσει το νόμισμα.
Στις 6 γιορτάζονται τα Θεοφάνεια ή τα Φώτα όπως τα λέει ο λαός. Τη μέρα αυτή σύμφωνα με την παράδοση ανοίγουν οι ουρανοί και εισακούονται οι προσευχές. Επίσης αγιάζονται τα νερά και όπου υπάρχει θάλασσα (ή ποτάμι) ο σταυρός καταδύεται και αυτός που θα τον ανασύρει είναι ο τυχερός της χρονιάς.
Ο ιερέας ραντίζει τα σπίτια με αγιασμό για να φύγουν οι Καλικάντζαροι, βρωμερά πνεύματα που μαγαρίζουν τα πάντα και που τώρα φωνάζουν: “Φεύγετε να φεύγουμε κι έρχεται ο τρελόπαπας με την αγιαστούρα του κα με τη μαγκούρα του!”.

Στις 7 γιορτάζει ο αγαπημένος άγιος του λαού, ο Αη-Γιάννης ο Βαπτιστής. Πολλές είναι οι παροιμίες για τους Γιάννηδες. Από τη μια “Σπίτι χωρίς Γιάννη προκοπή δεν κάνει” και από την άλλη “Σαρανταπέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση“. Φαίνεται πως οι Γιάννηδες είναι ατομιστές αφού “Γιάννης κερνά και Γιάννης πίνει” αλλά και γκρινιάρηδες: “Τι είχες Γιάννη; Τι είχα πάντα“.
Του Αη-Γιαννιού σε πολλά μέρη της Ελλάδας συνηθίζουν να μεταμφιέζονται με προβιές τράγων. Το έθιμο αυτό είναι οι Μωμόγεροι των Ποντίων, τα Ρουγκατσάρια στην Καστοριά, οιΑράπηδες στη Δράμα, τα Μπουμπουσιάρια στη Σιάτιστα. Οι τραγόμορφοι άνδρες τριγυρνούν στους δρόμους με κουδούνες διώχνουν το κακό και εύχονται καλή σοδειά.
Στις 8 είναι η γιορτή της Αγίας Δομινίκης ή Δομνής ή Δόμνας και σε όλη τη Βόρειο Ελλάδα γιορτάζεται η μέρα της Μπάμπως. Είναι μια πανάρχαιη γιορτή της γυναικοκρατίας. Οι γυναίκες σε ομάδες πίνουν και λένε τολμηρά αστεία και τραγούδια. Οι άντρες αυτή τη μέρα κάνουν όλες τις δουλειές των γυναικών. Η γιορτή τιμούσε τις μεγάλες άρα έμπειρες γυναίκες κι αυτές με τη σειρά τους μετέφεραν την πείρα τους στις νεώτερες.
Τέλος η Εκκλησία μας τιμά τους τρεις Ιεράρχες, τον Βασίλειο τον Μέγα, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Γνώστες της ελληνικής παιδείας και οι τρεις, άφησαν ένα τεράστιο συγγραφικό έργο, το οποίο επηρέασε την Ορθοδοξία και της έδωσε το φιλοσοφικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο στηρίχτηκε αργότερα για να διατυπώσει κανόνες και δόγματα.
Πηγή: Ημερολόγιο 2010, τα Νέα, “Ε, ρε γλέντια!”