"Όποιος Ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά" Ρήγας Φεραίος

Ως λαογραφία ορίζεται εκείνη η επιστήμη που ασχολείται με όλες τις εκφάνσεις του λαϊκού πολιτισμού. Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Επιμέλεια σελίδας: Πάνος Σ. Αϊβαλής, δημοσιογράφος, εφημερίδα "Αρκαδικό Βήμα"

AΡΚΑΔΙΚΟ ΒΗΜΑ

AΡΚΑΔΙΚΟ ΒΗΜΑ
.........................Η σελίδα της εφημερίδας "Αρκαδικό Βήμα"..................................

Λαογραφικά... με τον Πάνο Αϊβαλή // Επικοινωνία στο email: arkadikovima@gmail.com

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Το Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών είναι ένα από τα δεκατέσσερα Eρευνητικά Kέντρα της Ακαδημίας Αθηνών, στην οποία εντάχθηκε από την ίδρυσή της (1926). Ιδρύθηκε το 1918 από τον Νικόλαο Γ. Πολίτη ως Λαογραφικό Αρχείο, με αντικείμενο τη Λαογραφία δηλαδή «την περισυλλογήν πάσης της λαογραφικής ύλης και την δημοσίευσιν αυτής». Σήμερα αποτελεί το Eθνικό Kέντρο Tεκμηρίωσης του λαϊκού πολιτισμού με πλουσιότατο Αρχείο ανέκδοτου υλικού για όλες τις πτυχές του λαϊκού βίου και ειδική Βιβλιοθήκη.

Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2018

ΑΝΘΗ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ - ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ - ΓΙΑ ΤΗΝ εκδήλωση "Το νόστιμον ήμαρ της τέχνης της πέτρας" ΣΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ, 03-02-2018,

    ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ // EMAIL   

Αξιότιμε κ. Αιβαλή
 Σας αποστέλλουμε  πρόσκληση για την εκδήλωση "Το νόστιμον ήμαρ της τέχνης της πέτρας" πού Θα πραγματοποιηθεί Σάββατο, 3 Φεβρουαρίου 2018, 7.00 μ.μ., στον Πολυχώρο του Συλλόγου "Φίλοι της Μουσικής" ( Μέγαρο Μουσικής Αθηνών) και έχει ενταχθεί στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Ευρωπαϊκού έτους Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
                       Η  παρουσία σας θα είναι ιδιαίτερη τιμή για μας.
                                     Με εκτίμηση
                 Ο Πρόεδρος                             Η Γεν. Γραμματέας
                Ι. Τσιαούσης                            Αγγ. Αναστοπούλου 


Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2018

Τα λαογραφικά του Δωδεκαήμερου


ΗΘΗ & ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ


Το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων, τοποθετημένο μέσα στη καρδιά του χειμώνα, με τα βρασμένα καινούργια κρασιά, το μπόλικο χοιρινό κρέας και τις μεγάλες φωτιές στο τζάκι, γεννούσε διάθεση για χαρά, τραγούδι, χορό και γλέντι
"Τα κάλαντα" έργο του Νικηφόρου Λύτρα
"Τα κάλαντα" έργο του Νικηφόρου Λύτρα

Το Δωδεκαήμερο, μια περίοδος με τεράστια σημασία στη ζωή του λαού, άρχιζε την πρώτη μέρα των Χριστουγέννων και τελείωνε την παραμονή των Θεοφανείων.
Ήταν μια συνεχής αλυσιδωτή γιορτή, μια περίοδος που χαρακτηρίζονταν από θρησκευτική κατάνυξη και πνευματική ανασυγκρότηση.
Ήταν όμως και οι μέρες που ο άνθρωπος έπρεπε να ξεκουραστεί και με ξανανιωμένες τις δυνάμεις να αρχίσει πάλι τον κύκλο της ζωής, με μεγαλύτερη όρεξη, θάρρος και ελπίδα για το μέλλον.
Το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων, τοποθετημένο μέσα στη καρδιά του χειμώνα, με τα βρασμένα καινούργια κρασιά, τις φρέσκες ρακές, το μπόλικο χοιρινό κρέας και τις μεγάλες φωτιές στο τζάκι, γεννούσε διάθεση για χαρά, τραγούδι, χορό και γλέντι. Το σπίτι γινόταν μια αληθινή ζεστή φωλιά.
Γιορτές σταθμός στο διάβα του χρόνου και ο πιο δυνατός μαγνήτης που τραβούσε τους ξενιτεμένους στα σπίτια τους. Πολλά και διαφορετικά τα έθιμα και οι δοξασίες του δωδεκαήμερου. Από την παραμονή των Χριστουγέννων έως τα Θεοφάνια, όταν κατά τη λαϊκή πίστη, τα νερά είναι αβάφτιστα, έρχονται οι Καλικάντζαροι και πειράζουν τους ανθρώπους. Αλλά τι είναι οι Καλικάντζαροι; Είναι δαιμόνια που εμφανίζονται μόνο το δωδεκαήμερο και έρχονται κάτω από τη γης . Όλο τον χρόνο πελεκούν με τα τσεκούρια να κόψουν το δέντρο που βαστάει της γης, αλλά όταν κοντεύουν να το κόψουν, έρχεται ο Χριστός και μονομιάς ξαναγίνεται το δέντρο και τότε τα δαιμόνια ανεβαίνουν πάνω στη γης και πειράζουν τους ανθρώπους
Οι καλικάντζαροι έφευγαν με τις φωτιές κι όταν αυτές δεν ήταν αρκετές, για να τους διώξουν χτυπούσαν και κουδούνια. Φόβος και τρόμος τους ο σταυρός και οι παπάδες. Όλοι τους φοβόντουσαν, εκτός από τις μαμές. Το λαϊκό πνεύμα και η ιδέα της αναγκαιότητας, έκανε τους ανθρώπους να τις εξαιρέσουν από τον κίνδυνο των καλικαντζάρων. Έτσι, μπορούσαν να προσφέρουν τη βοήθειά τους στις ετοιμόγεννες, όποια ώρα της νύχτας κι αν τις φώναζαν . Τα κάλαντα, δεν είναι, παρά ένα πυκνανακάτεμα αρχαίων ειδωλολατρικών και χριστιανικών εθίμων, που οι ρίζες τους ξεκινάνε από την αρχαιότητα. Ύστερα περνάνε στο Βυζάντιο και συνταιριασμένα με την αναπαράσταση της νύχτας της γέννησης του Χριστού, παίρνουν καινούργια μορφή και περιεχόμενο. Τα κάλαντα, πήραν το όνομά τους από τις αρχαίες Ρωμαϊκές καλένδες.
Αν και η ονομασία είναι ρωμαϊκή, οι ρίζες του εθίμου βρίσκονται στην ελληνική αρχαιότητα, στην Ειρεσιώνη. Η Ειρεσιώνη ήταν σύμβολο κι έθιμο μαζί . Σύμβολο της ευφορίας και της γονιμότητας της γης. Οι αρχαίοι γύριζαν από σπίτι σε σπίτι, τραγουδώντας : 2 «Στο σπίτι τούτο πού 'ρθαμε, του πλουσιονοικοκύρη, ν' ανοίξουνε οι πόρτες του να μπει ο πλούτος μέσα να μπει ο πλούτος κι η χαρά κι η ποθητή ειρήνη , για να γεμίσουν τα σταμνιά μέλι, κρασί και λάδι». Τι διαφορετικό λένε τα δικά μας τραγούδια απ' αυτό... Όπως τώρα έτσι και τότε, σε όσα σπίτια πήγαιναν και τραγουδούσαν, οι νοικοκυρές τους δίναν διάφορα φιλοδωρήματα… Ύστερ'απ'αυτά, μπορεί να πει κανείς , πως τα κάλαντα, τα σούρβα και τ'άλλα έθιμα, που εξακολουθούν να γιορτάζονται και σήμερα ακόμα σε πολλά μέρη της πατρίδας μας, δεν είναι έθιμα που μεταφέρθηκαν και μεταφυτεύτηκαν από τη Ρώμη στην Ελλάδα. Κι αυτό γιατί προϋπήρχαν από την αρχαιότητα και μόνο τα ονόματά τους αλλάξανε με ονομασίες λατινικές, όπως συμβαίνει και σήμερα με τα «φεστιβάλ», τα «πάρτυ», ενώ και τα πανηγύρια και τα γλέντια υπήρχαν, πριν αλλάξουν και πάρουν καινούρια ονόματα για διαφόρους λόγους, κυρίως οικονομικούς και τουριστικούς.
Τα κάλαντα που τραγουδάνε σήμερα στις πόλεις και στα χωριά και αρχίζουν μονότονα με το «Καλήν εσπέραν άρχοντες» και «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά» κι έγιναν πανελλήνια με τη διάδοσή τους απ'τα σχολεία, δεν είναι γνήσια τραγούδια του λαού, βγαλμένα μέσα απ' τη ψυχή του. Ο καλαντάρης έπρεπε να είχε έμφυτο το στοιχείο του αυθορμητισμού, του αυτοσχεδιασμού, της στιχοπλοκίας και της μουσικότητας. Αυτά τον έκαναν διακριτό απέναντι στους άλλους, αλλά και επιθυμητό, ώστε να ανοίξει κανείς το σπίτι του και να ακούσει τα κάλαντα. Στην πατρίδα μας τα κάλαντα τα τραγούδια του «αγερμού», όπως τα χαρακτηρίζει η λαογραφία άνθισαν την ίδια εποχή, που άρχιζε ν' ανθίζει και το δημοτικό τραγούδι
Παλιότερα στη πατρίδα μας, τα Χριστούγεννα δεν είχαν τη βαρύτητα και την επισημότητα της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων.
Ιδιαίτερα στην ύπαιθρο, τα γεννητούρια ενός παιδιού έφερναν τη χαρά, μα δεν είχαν τόση σπουδαιότητα, όση τα βαφτίσια του. Ο στολισμός του χριστουγεννιάτικου δέντρου, που έκανε την εμφάνιση του στην Ελλάδα την εποχή της βασιλείας του Όθωνα, και ο στολισμός του καραβιού στις νησιωτικές περιοχές είναι έθιμο που αποτελεί μέχρι σήμερα τη γραφικότερη διακόσμηση όλων σχεδόν των Ελληνικών σπιτιών. Όσο τα παιδιά στόλιζαν το χριστουγεννιάτικο δέντρο οι νοικοκυρές ζύμωναν με ιδιαίτερη ευλάβεια το ψωμί του Χριστού. Μαζί με τα χριστόψωμα οι νοικοκυρές έφτιαχναν και κουλούρες για τα «βαφτιστήρια» τους, καθώς και δύο κουλούρες με τρύπα στη μέση για τα ζώα, που τις λέγανε «κριστσέλια» και τις κρεμάγανε στο παχνί.
Οι άντρες του σπιτιού αναλάμβαναν το σφάξιμο των γουρουνιών. Όταν σφαζαν το γουρούνι ,η νοικοκυρά έβαζε κοντά στο κεφάλι του ένα «φκυάρι» με λίγα αναμμένα κάρβουνα και «θυμίαμα», για να μην το «μαγαρίσ'ν τα σκαλικατζούρια». Τα σπλάχνα του κάτι λέγανε για το τυχερό του σπιτιού, που έπρεπε να το ξέρει ιδιαίτερα ο νοικοκύρης του σπιτιού. Η σφαγή των γουρουνιών ήταν γεγονός πολύ σημαντικό για τους ανθρώπους. Τους έδινε χαρά, τους έκανε να ξεχνούν τα βάσανα τους, να έρχονται πιο κοντά με τους συνανθρώπους τους και να μοιράζονται μαζί τους τα βάρη που κουβαλούσαν στην καθημερινότητα τους. Για αυτούς τους λόγους το χοιρινό κρέας είχε την κυριότερη θέση στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ
Ένα σημαντικό έθιμο της Πρωτοχρονιάς ήταν τα ρουγκατσιάρια. Στα Θεσσαλικά λιουγκατσάρια, γύριζαν από σπίτι σε σπίτι και από χωριό σε χωριό χορεύοντας και τραγουδώντας τον Άϊ Βασίλη και άλλα ευχετικά και επαινετικά τραγούδια. Με τα ρογκατσιάρια δεν γινόταν, παρά μια αναπαράσταση κι ένας συμβολισμός του θανάτου και της ζωής , της ανάστασης και του ξυπνήματος της φύσης από τη χειμωνιάτικη νάρκη, το διώξιμο του παλιού απ' τον καινούργιο χρόνο . Στη Μακεδονία «Παλιός άγραφος νόμος έλεγε, πως αν τα ρουγκατσιάρια ενός χωριού πατούσαν τα σύνορα του άλλου χωριού, εκείνοι, για να τους αφήσουν να περάσουν, έπρεπε να δηλώσουν υποταγή, περνώντας κάτω από τα σπαθιά των άλλων. Όταν αυτό δε γινόταν ακολουθούσε τσακωμός που κάποιες φορές εξελισσόταν και σε σφαγή. Με παρέμβαση της εκκλησίας στα χρόνια της τουρκοκρατίας τα σπαθιά αντικαταστάθηκαν με ξύλινα ομοιώματα.
Στη Θράκη από την παραμονή μέχρι το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς ομάδες αντρών μεταμφιεσμένοι σε «γκαμήλες» και «ντιβιτζήδες» (καμηλιέρηδες) πραγματοποιούν «αγερμούς» στα σπίτια του χωριού και χορεύουν. Όσοι ήταν μαλωμένοι από καιρό, τελειώνοντας η πρώτη λειτουργία του χρόνου στην εκκλησιά λέγανε «Χρόνια πολλά και σχωρεμένα!». Έτσι δινόταν η ευκαιρία στους ανθρώπους να φιλιωθούν και να ξεχάσουν την έχθρα και τα μίση, που τους χώριζαν.. Με τον καινούργιο χρόνο υποδέχονται και τον Άϊ- Βασίλη που με την προσωπικότητά του δίνει ζωή και αίγλη στο Δωδεκαήμερο.
Το κόψιμο της βασιλόπιτας, ήταν μια ιεροτελεστία στην οποία θα έπρεπε να πάρουν μέρος, όχι μόνο όσοι βρίσκονταν στα σπίτια τους, μα και οι ξενιτεμένοι, που βρίσκονταν μακριά απ' αυτά, καθώς και ο αόρατος νυχτερινός επισκέπτης όλων των φτωχών και των καταφρονημένων.. Πέρα από το κομμάτι του χριστού της παναγιάς του αγίου και των μελών της οικογένειας υπήρχε πάντα και το κομμάτι του φτωχού.. 
Φτιάχνοντας τη βασιλόπιτα οι νοικοκυρές εκτός από το νόμισμα, που θα έφερνε καλοτυχία σε όποιον το τύχαινε, έβαζαν συνήθως μέσα, λίγους κόκκους σιτάρι, κριθάρι, ή μαλλί ..
ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ
Τα Θεοφάνια είναι για το λαό μεγάλη γιορτή, θεότρομη , επειδή τότε αγιάζονται τα νερά και φεύγουν τα παγανά . Ο αγιασμός των υδάτων γίνεται αρχικά την παραμονή των Θεοφανίων στην εκκλησία και λέγεται «πρωτάγιαση ή φώτιση». Στη συνέχεια ο παπάς , με τον Σταυρό και την πρωτάγιαση, επισκέπτεται όλα τα σπίτια και αγιάζει με ένα κλωνί βασιλικού όλους τους χώρους του σπιτιού. Την πρωτάγιαση τη ρίχνουν και στα κτήματά τους και στις βρύσες. 
Έτσι, η μέρα των Φώτων δεν είναι μόνο μέρα κάθαρσης και εξαγνισμού των ανθρώπων, αλλά και ξανανιώματος της φύσης και της ζωής. Με το πέρασμα του παπά από τα σπίτια, όλες οι νοικοκυρές καθαρίζανε όχι μόνο τα σπίτια τους, μα και τα ρούχα και τα τζάκια, μαζεύοντας τη στάχτη του Δωδεκαημέρου για να τη ρίξουν στ' αμπέλια και στα χωράφια. Οι καλικάντζαροι, παίρνοντας μυρωδιά πως ο παπάς θα έβγαινε να τους κυνηγήσει και να τους διώξει με την αγιαστούρα του, άρχιζαν και φώναζαν μεταξύ τους: Φεύγατε να φύγουμε! Έρχετ' ο ζουρλόπαπας με την αγιαστούρα του και με την βρεχτούρα του!
___________

Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2018

ΕΥΧΕΣ από την Αικατερίνη Καμηλάκη, και το επίκαιρο άρθρο λόγω των ημερών, "Περί... χρόνου ο λόγος"





ΑΙΣΙΟΝ ΚΑΙ ΕΥΤΥΧΕΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΕΤΟΣ!!!
~~~~~~~~

Αικατερίνη Καμηλάκη
πρώην Διευθύντρια στο
Κέντρο Λαογραφίας της Ακαδημία Αθηνών

Περί... χρόνου ο λόγος

Επανερχόμενη στον συλλογισμό του ποιητή (Ελύτη). Οι σοφοί, μερικοί σοφοί τουλάχιστον, διατείνονται ότι ο χρόνος δεν υπάρχει. Άλλοι το αντίθετο. Ας τα βρούνε μεταξύ τους. [Εδώ σας παραπέμπω στην συνοπτικά περιεκτική διαφάνεια από ομιλία του ακαδημαϊκού Δημήτρη Νανόπουλου για την ιστορία του σύμπαντος, απλά για να δείξω, πόσο δύσκολο είναι για τον ανυποψίαστο να αντιληφθεί τον πολύπλοκο μηχανισμό του]. Εμείς, που δεν διαθέτουμε παρά τις γνώσεις ενός μέτριου μαθητή λυκείου, ας τα πούμε αλλιώς. Απλοϊκά. Όσο απλοϊκός είναι κι ο τρόπος που βλέπουμε να προσπαθούν οι περισσότεροι ν’ αντιμετωπίσουν και να εξουδετερώσουν τον υποθετικό τους εχθρό, που τον φαντάζονται να καραδοκεί σε κάποια γωνία το πέρασμά τους, μ’ ένα σακούλι, γεμάτο ρυτίδες και λευκά μαλλιά, στο χέρι. Αξίζει να τους ιδούμε. Υπάρχουν, εν πρώτοις, οι εκατομμυριούχοι των βιωμάτων, … Στο άλλο άκρο υπάρχουν οι μοναχικές υπάρξεις, οι ασκητές, οι στυλίτες στο είδος τους, … Τέλος, υπάρχουμε κι εμείς, οι άλλοι, που βαυκαλιζόμαστε προς στιγμήν με την ιδέα ότι εάν δεν υπήρχε ο χρόνος θα μπορούσαμε να ’μαστε οι αιώνιοι νεόνυμφοι μιας άγνωστου ταυτότητας ευτυχίας. …». Η κατηγοριοποίηση που επιχειρεί ο Ελύτης είναι εξαιρετικά εύστοχη.
Μια διευκρίνηση: Χρόνος στο λεξιλόγιο του καθημερινού ανθρώπου σημαίνει έτος, ενιαυτός εκκλησιαστικά, Καιρός σημαίνει ο κύκλος του έτους, που έχει τα γυρίσματα, αλλά και η εναλλαγή των φυσικών φαινομένων, Ώρα είναι ο κατάλληλος χρόνος, η εποχή, και Στιγμή είναι ο χρόνος με την πραγματική έννοια, του χρόνου δηλ. χωρίς διάρκεια, χωρίς παρελθόν και μέλλον.

Ο Χρόνος, λοιπόν, κατά την κρατούσα λαϊκή αντίληψη, “δοκεί κύκλος τις (ενν. είναι)” (Φυσικά 4.14, 223β, 28-29, έκδ. Οξφόρδης), είναι άπιαστος, ασταμάτητος, συχνά δύστροπος, επιβαρυντικός. Το μόνο καλό που προσθέτει στον άνθρωπο με το πέρασμά του είναι η ωριμότητα σε προχωρημένη ηλικία. Γι’ αυτόν τον χρόνο κάνει λόγο η Κική Δημουλά: « Ο χρόνος είναι εχθρός. Πραγματικά είναι τόσο άδικο πράγμα. Να σου κανονίζει τον βίο σου μια έννοια άπιαστη. Κι όμως αυτό είναι. Αν είναι κανείς τρελά αισιόδοξος, και πει «δε βαριέσαι», και «έχει ο Θεός», εγώ λέω: Δεν έχει ο Θεός… Χρόνο δεν έχει ο Θεός…»
Υπάρχει, λοιπόν, μια ουσιώδης διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις θεωρίες για το χρόνο που διατυπώθηκαν μέχρι και τις αρχές του εικοστού αιώνα και εκείνες που αναπτύσσονται στον εικοστό αιώνα. Οι θεωρίες της κλασσικής Φυσικής στο πνεύμα της οποίας ανήκουν και η λαϊκές κοσμοαντιλήψεις (αρχαία φιλοσοφία, Γαλιλαίος, Κέπλερ και κορυφαίος ο Νεύτων κ.ά.) προβάλλουν μια μηχανιστική πραγματικότητα, σκηνοθετημένη εξ αρχής, που λειτουργεί με απόλυτα αιτιοκρατικούς νόμους. Το τεράστιο ωρολογιακό σύμπαν του Νεύτωνα, για να αναφερθώ στο σύμπαν σύμφωνα με τον ελληνορωμαϊκό δυτικό πολιτισμό, που ξεκουρδίζεται με αυστηρά καθορισμένο τρόπο προς μια σταθερή τελική κατάσταση μεγίστης αταξίας (εντροπία) μέσα σ’ ένα απεριόριστο χώρο και χρόνο, ρέει από τα χέρια του Υπερτάτου όντος, του ΑΝΑΡΧΟΥ ΠΑΤΡΟΣ, του Παλαιού των Ημερών, του Κριτού της Αποκάλυψης και της Δευτέρας Παρουσίας, όταν όλα όσα έχουν ρυθμισθεί από το χέρι του Δημιουργού θα γκρεμιστούν και η απόλυτη αταξία θα επικρατήσει στο χαώδες Σύμπαν. Με βάση την έννοια ότι ο χρόνος είναι κυρίαρχο στοιχείο για την ανθρώπινη ύπαρξη ο παραδοσιακός άνθρωπος συνέδεσε το Χρόνο με το Θεό και το Θάνατο και έτσι τον απεικόνισε στις παραστάσεις που απηχούν τις αντιλήψεις του: Πρόκειται για τον κύκλο του χρόνου, τον καιρό, που όλοι θα έχετε δει να απεικονίζεται στα ρωμαϊκά ψηφιδωτά, στον πρόναο μεταβυζαντινών εκκλησιών, στα εσχατολογικά κείμενα, αλλά και στα κείμενα της μεσαιωνικής κυρίως λογοτεχνίας.
Πρόκειται σε γενικές γραμμές, για ένα τροχό χωρισμένο σε τέσσερα τεταρτημόρια, όσα και οι εποχές και δώδεκα κομμάτια στην περιφέρειά του που περιλαμβάνουν το ζωδιακό κύκλο ή τους μήνες. Στην εξωτερική περιφέρεια του τροχού απεικονίζονται ανθρώπινες μορφές που προσπαθούν να κρατηθούν, ενώ εμποδίζονται από σκοτεινές δυνάμεις. Στην πλήρη σύνθεση η παράσταση περιλαμβάνει ένα κεντρικό σημείο στο οποίο δεσπόζει μια μορφή σοβαρή και γαλήνια, η οποία δεν φαίνεται να ασχολείται με όσα συμβαίνουν στην περιφέρεια και εκτός του κύκλου.
Αντίθετα ο χρόνος της Νέας Φυσικής (Θεωρία της Σχετικότητας και Κβαντική Φυσική) με τις νέες έννοιες του “κενού” χώρου, των πεδίων “των εξ αποστάσεως δυνάμεων” και των υλικών αντικειμένων συγχωνεύτηκε με το χώρο σε μιά νέα ενότητα, το χωροχρόνο στην οποία ο χρόνος δε ρέει πλέον αλλά απλώς υπάρχει χωρίς το πριν και το μετά., χωρίς παρελθόν, παρόν και μέλλον. Ο Αϊνστάϊν θεωρεί τή διάκριση σε παρελθόν, παρόν και μέλλον ψευδαίσθηση και την αντίληψη των φυσικών φαινομένων αυταπάτη, αποτέλεσμα συνειδησιακής υποκειμενικής παρατήρησης και θεωρητικοποίησης στο πλαίσιο του χωροχρόνου. Ο Αϊνστάιν υποστήριζε ακριβώς ότι “άνθρωποι σαν εμάς (ενν. προφανώς τον εαυτό του και τους ερευνητές φυσικούς), που πιστεύουν στη Φυσική, ξέρουν πως η διάκριση σε παρελθόν, παρόν και μέλλον είναι απλώς μια ανθεκτική έμμονη πλάνη”. Άρα η νέα φυσική ανατρέπει βαθμιαία την αντίληψη για τον απόλυτο χρόνο, κάνει λόγο για την ελαστικότητα του χρόνου, τη δυνατότητα να καταγραφούν συμβάντα από το μέλλον. 

Έτσι, εκεί, που όλα φαίνονταν να είναι τακτοποιημένα με τάξη στη θεώρηση του σύμπαντος και η ροή του απόλυτου χρόνου εξασφάλιζε τη γραμμική διαδοχή του παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος, και την κυκλική επανάληψη των φυσικών φαινομένων, εδώ και δύο περίπου αιώνες οι φυσικοί έχουν πεισθεί ότι ο κόσμος πορεύεται αμείλικτα προς την αταξία, αυξάνοντας, την εντροπία του (που είναι το μέτρο της αταξίας) σύμφωνα με τον κυρίαρχο πλέον 2ο νόμο της θερμοδυναμικής. Έτσι ενώ εξακολουθούμε να θεωρούμε πως υπολογίζουμε με τα ανθρώπινα συμβατικά μας μέσα το χρόνο σε συνάρτηση με το χώρο και τα επιτεύγματα του ανθρώπινου νου, γνωρίζουμε πλέον, ότι το σύμπαν πορεύεται προς μια μονόδρομη εξελικτική πορεία “προς κάπου”, χωρίς επιστροφή. 
Η χρονική διάρκεια, ένα έτος, μιά μέρα, μιά ώρα, ένα λεπτό, δεν είναι κάτι που μπορεί να υπάρχει, αφού η αρχή της χρονικής διάρκειας εξαφανίζεται πριν έλθει το τέλος της. Έτσι ο χρόνος ως διάρκεια νοείται μόνο με ένα επίθετο που συνοδεύει την έννοια: ψυχολογικός χρόνος”, “κοινωνικός χρόνος” κ.ο.κ. Ακόμη και ο τετραδιάστατος χώρος της πανίσχυρης μέχρι πρόσφατα Θεωρίας της Σχετικότητας δεν αρκεί για να δώσει την πραγματική εικόνα του χώρου και του χρόνου και γίνεται πλέον λόγος για χώρο 10 διαστάσεων στη λειτουργική βάση της Θεωρίας των Υπερχορδών, προκειμένου να προσδιορισθούν οι σχέσεις μεταξύ της “πραγματικότητας” και του χωροχρόνου.

Οπωσδήποτε η ανάπτυξη της τεχνολογίας με βάση την επιστημονική γνώση έχει συντελέσει στην δημιουργία σαφέστερων αντιλήψεων περί των περισσοτέρων φυσικών φαινομένων και ασθενειών και έχει συμβάλει στην αντιμετώπισή τους και στον περιορισμό των προλήψεων και δεισιδαιμονιών. Ωστόσο η υπερβολική αισιοδοξία όσον αφορά στην αποκρυπτογράφηση των ποικίλων ακόμη μυστικών λειτουργίας των μηχανισμών του σύμπαντος αλλά και της ζωής των εμβίων όντων οδηγεί συχνά σε ενέργειες που μπορεί να αποβούν και μοιραίες στην πορεία του ανθρώπου στη γη. 
Η εξάντληση των φυσικών πόρων, η έλλειψη σεβασμού προς τη φύση και τις εκδηλώσεις της, που πηγάζουν από την υπερβολική αυτοπεποίθηση για την κυριαρχία του ανθρώπου, έχουν ήδη παραγάγει φαινόμενα ανησυχητικά. Στη θέση των αγίων και των δυνάμεων πέρα και πάνω από αυτόν τοποθέτησε τον εαυτό του και τις επιδιώξεις του. Έτσι για πρώτη φορά στην ιστορία του πάνω στη γη παρουσιάζεται ελάχιστα θεοσεβής, περίεργα δεισιδαίμων και μετά από τα επανειλημμένα λάθη του εις βάρος της επιβίωσής του προβληματισμένος για τις δυνατότητές του. Η αμφισβήτηση της παντοδυναμίας του ίσως τον οδηγήσει στην επιλογή λύσεων για τα προβλήματά του με σεβασμό προς τη φύση και τους κανόνες λειτουργίας της και σεβασμό προς ό,τι δεν μπορεί να πλησιάσει με την πεπερασμένη λογική του.
Αικατερίνη Καμηλάκη

Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

Οι Καλλικάντζαροι (Δημητσάνα της Γορτυνίας) – Συλλογή Ν. Πολίτη




Βαγγέλης Μητράκος 
ΣΠΑΡΤΗ




ΓΟΡΤΥΝΙΑ ΑΡΚΑΔΙΑΣ : Πατρογονική Γη
Οι Καλλικάντζαροι (Δημητσάνα της Γορτυνίας) 
– Συλλογή Ν. Πολίτη

Οι Καλλικάντζαροι είναι γυμνοί , χωρίς γένεια και μουστάκια , και έχουν ανάστημα ως δέκα χρονών παιδί , άλλοι ολίγο ψηλότερο και άλλοι ολίγο κοντύτερο .Αυτοί κατοικούν εις τον Κάτω κόσμο , όπου εκεί είναι τρεις ξύλιναις κολόνναις και κρατούν όλην τη γη. Οι Καλλικαντζαραίοι θέλουν να κόψουν τοις κολόνναις να καταστρέψουν τον κόσμο , και αρχίζουν με τα τσικούρια τους όλον τον χρόνο και κόβουν τοις τρεις κολλόναις και τοις φέρνουν ’ς το αμήν να τοις κόψουν , όπου μαθαίνουν ότι γεννήθη ο Χριστός και τρέχουν και έρχονται απάνω να ιδούν . Και την πρωτάγιαση μαζεύονται αποβραδύς όλοι οι Καλλικαντζαραίοι , και φωνάζει ο ένας του αλλουνού :

Φέγετε να φύγωμε,
τι έφτασε ο τρουλόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του , 
κι άγιασε τον κ… μας
την κ…τρυπίδα μας .

Και φευγιό, μην τυχόν κι’ απαντήσουν παπά . Και έτσι πάνε πάλι ’ς τον Κάτω κόσμο , όπου βρίσκουν πάλι τοις κολόνναις γεραίς από την αρχή , και αρχίζουνε πάλι όλον τον χρόνο την ίδια δουλειά .
Μια φορά οι Καλλικαντζαραίοι επήγαν εις ένα μυλωνά , οπού έψηνε μια πέρδικα , και τους εμύρισε . Πηγαίνουν από την πόρτα και έβλεπαν όπου την είχε σουβλισμένη και την εγύριζε ’ς τη φωτιά . Πιάνουν κι αυτοί σφαρδάκλους (βατράχια) , τους σουβλίζουν σε κάτι ξυλαράκια και τους εγύριζαν απέξω από την πόρτα να τσικνίσουν , μα δεν έβλεπαν τσίκνα . Έλεγαν του μυλωνά να τους αλείψει και αυτουνών τους σφαρδάκλους με τη βρεχτούρα , όπου άλειφε την πέρδικα. Ο μυλωνάς τους έλεγε, «έννοια σας, τώρα τώρα σας τσικνίζω.» Αυτοί εθύμωσαν που τους γελούσε και δεν τους άλειφε τους σφαρδάκλους, και επηγαίναν αποπάνω από τα κεραμίδια και κατουρούσανε, να του σβήσουν τη φωτιά, και έτρεχαν κάτου να ιδούν, του την έσβησαν τη φωτιά; Μα το κάτουρο επήγαινε κάτω από τη ρέχτη.
Άμα έψησε ο μυλωνάς την πέρδικα, από το φόβο του έκλεισε το μύλο , εφόρτωσε το ζω του με δύο σακιά, και αυτός εδιπλώθη απάνω ’ς το σαμάρι και επήγαινε εις το χωριό . Τον παίρνουν αποπίσω οι Καλλικάντζαροι, κυττάζουν, δε βλέπουν το μυλωνά , λεν «Να το ένα πλευρό, να και το άλλο, να και το πανωγόμι, αυτός ο τσερατάς ο μυλωνάς πού είναι; » Έτρεχαν να τον εύρουν ως το μύλο, δεν τον εύρισκαν , και πάλι εις το ζω, και τα ίδια και πάλι, ώστε που έφτασε ο μυλωνάς ως την άκρη του χωριού. Φωνάζει τότε, «Γλυτώστε με γειτόνοι, από τους Καλλικαντζαραίους!» Εβγήκαν οι γείτονες με τα δαυλόξυλα αναμμένα και τους πήραν του κυνήγου. Γιατί οι Καλλικάντζαροι φοβούνται τη φωτιά , γι’ αυτό τη νύχτα κατεβαίνουν από τοις καμινάδες και κατουράνε τη φωτιά , και όπου ιδούν στάχτη. Γι’ αυτό και οι γυναίκες δε μαζεύουν στάχτη το δωδεκάημερο και αν έχουν από πρωτύτερα τη σκεπάζουν, να μην πάνε οι Καλλικάντζαροι και τη μαγαρίσουν. Και μετά τα Φώτα καθαρίζουν τη φωτιά και τα προφούρνια.

Επιμέλεια : Βαγγέλης Μητράκος 
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ